Εδώ θα μιλήσουμε για ένα χωριό των Καλαβρύτων … το Σοπωτό.

[…Τα γεγονότα είναι όπως τα σακιά όταν είναι άδεια, δεν στέκονται. Για να μπορέσει να σταθεί ένα γεγονός πρέπει να το γεμίσουμε πρώτα με τις σκέψεις και τα αισθήματα που το προκάλεσαν … – Luigi Pirantello]

Σε κάποιο εργαστήριο του CERN ανακάλυψαν πως το νετρίνιο ταξιδεύει πιο γρήγορα από το φως, καταρρίπτοντας την θεωρία του Αϊνστάιν. Τόσες μελέτες, τόσες έρευνες, τόσες ανθρωποώρες , τόσες θυσίες για να βρεθεί κάποιος μια μέρα να σου καταρρίψει την κοσμοθεωρία.

«Αυτό το χωριό είναι μεγάλη μαλακία!» το είπε, το άκουσα καθαρά ένα Σάββατο μεσημέρι σε ένα ασυνήθιστο γεύμα. Και έρχεται μια διατύπωση να κλονίσει τι; Φυσικά, τίποτα! Εδώ δεν έχουμε να αποδείξουμε το θεώρημα του ολοκληρωτικού λογισμού, δεν θα διατυπώσουμε το πυθαγόρειο θεώρημα, ούτε θα αναλύσουμε το νόμο της διατήρησης της ενέργειας. Η αγάπη, ο πόνος, η μεταμέλεια και η ελπίδα δεν χρειάζονται αποδείξεις. Εδώ θα μιλήσουμε για ένα χωριό των Καλαβρύτων … το Σοπωτό.

Το Σοπωτό πριν το ζήσω το ένοιωσα ως έμβρυο. Αλησμόνητη η αίσθηση γαλήνης μέσα στην προστασία της μήτρας. Το θρόισμα των φύλλων στα πλατάνια, ο παφλασμός των κρυστάλλινων νερών στις πέτρινες βρύσες, η ευωδία του καθαρού αέρα, τα 930 μέτρα κοντινότερα στον γαλάζιο ουρανό, οι 20 εκκλησίες και ας υπάρχει μόνο ένας φιλελεύθερος Θεός. Στ’αλήθεια σας λέω, τα ένοιωσα και τα ζήλεψα, τα έζησα και τώρα τα νοσταλγώ. Για αυτό όταν τα επιθυμώ επιστρέφω εκεί με το νου μου και τα αναζητώ στο πρώτο μου κύτταρο, γιατί το Σοπωτό είναι έρωτας και ως έρωτας είναι τυφλός, γοητεύεται από τις ατέλειες. Για τον λόγο αυτό οποιαδήποτε κακή διατύπωση την αντιμετωπίζω με συμπάθεια, γιατί ευτυχώς μερικοί από εμάς έχουν βρει τον παράδεισο τους και μπορούν να επιστρέψουν στην προπτωτική Εδέμ τους. Το Σοπωτό είναι άλλωστε πάντα εκεί, μας περιμένει.

Κι εγώ μια μέρα θα επιστρέψω, στο χώμα του προστατεύει αγαπημένους μου ανθρώπους, είναι και αυτό το σπίτι που έζησε όμορφες μέρες και τώρα είναι δυσβάστακτα άδειο.

Αφιερωμένο σε όσους αναζητούν ακόμα τον παράδεισο … στο μυαλό, στην καρδιά ή έστω πάνω στην γή.

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012

Ναοί και Μοναί Αροανίας (Σοποτού) Καλαβρύτων του Ν.Παπακωνσταντόπουλου


   Μερικαί κωμοπόλεις και χωριά ορεινών κυρίως περιοχών της χώρας μαςεγνώρισαν ιδιαιτέραν ακμήν κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας, διότι λόγο της θέσεως των ήσαν απρόσιτα εις τους Τούρκους και ως εκ τούτου ανέπνεον κάποιον αέρας ελευθερίας. Μεταξύ τούτων καταλέγεται και  η ιστορική κωμόπολης του Σοποτού ή Αροανίας Καλαβρύτων, ως είναι γνώστη με το νεώτερον αυτής όνομα. Εκεί κατά τα τελευταία έτη της δουλειάς ελειτούργησε  η περίφημος Ελληνική Σχολή, εγεννήθησαν δε διαπρεπείς άνδρες και αγωνιστεί της ελευθερίας.
   Μνημεία της παλαιάς ακμής της κωμοπόλεως ταύτης αποτελούν τα ερείπια των δυο πλησίον κειμένων μονών, των παλαιών αρχοντικών, καθώς και οι σωζόμενοι παλαιοί ναοί. Τα μνημεία ταύτα δεν έχουν μόνον τοπικήν σημασίαν, αλλά αποτελούν κειμήλια της νεώτερας Ελληνικής ιστορίας, δίδουν δε μιαν εικόνα της εποχής, κατά την οποίαν ιδρύθησαν , καθώς και της εξελίξεως της τέχνης καθαυτήν . Τα μνημεία ταύτα θα περιγράψωμεν  ενταύθα και  θα παραθέδωμεν όσας Ιστορικάς πληροφορίας ηδυνήθημεν να συλλέξωμεν.
    Μονή Παναγίας Φανερωμένης. Η μονή αυτή ευρίσκεται περί τα δύο χιλιόμετρα δυτικώς της κωμοπόλεως, εις το μέσον της βόρειας πλευράς τουόρους Τάρταρος και εις υψόμετρων 1000μ περίπου από θαλάσσης. Το επίθετο Φανερωμένη, το οποίον απαντά και εις άλλα μέρη, δεικνύει ότι εις το μέρος αυτό ευρέθη κάποτε εικών της Παναγίας εντός της γης, ίσως κατόπιν  δράματος ή ονείρου, έπειτα δε ιδρύθη εκεί ναός και μονή. Το αυτό λέγεται και δι’ άλλον ναό της Παναγίας εις το παρακείμενον χωριόν Αγρίδι όστις καλείται με άλλο παρόμοιον επίθετον, Παναγία η Ευρετή.  Η μονή Φανερωμένης έχει όψιν φρουρίου , όπως όλες σχεδόν οι μονές της επαρχίας. Περιβάλλεται από τείχος διαστάσεων 25Χ33,50 μ. κλαι ύψους 2-9μ. (η διαφορά του ύψους οφείλεται εις το επικλινές του εδάφους). Εις το μέσον της βόρειας πλευράς, η οποία είναι και η υψηλοτέρα, υπάρχει παλαιά δεξαμενή δια την συγκέντρωσιν των υδάτων της εσωτερικής πηγής. Δια τούτων οι μοναχοί επότιζον παλαιότερον τους κάτωθι της μονής κήπους, οι οποίοι τώρα έχουν γίνει βοσκότοποι και το τοπίον είναι σχεδόν γυμνόν μόνον μια πανύψηλος κυπάρισσος ίσταται ως αιώνιος φρουρός της παλαιάς μονής.  
                                                                       
     Εισερχόμεθα εις το εσωτερικόν της μονής από μιαν μοναδικήν θύραν εις την δυτική πλευράν. Διερχόμεθα πρώτον ένα θολωτό διάδρομον μήκους 5,50μ και πλάτους 3,75, ύψους δε 3μ και φθάνομεν εις εσωτερική αυλήν. Εις το ανατολικόν άκρον της έχει κτισθή προ 20 περίπου ετών νεώτερος ναός, διότι ο παλαιός έχει ερειπωθεί. Εις τον νέον ναόν γίνεται λειτουργία επίσημος δια του έτους, την Παρασκευήν της Διακαινησίμου και την 23 Αυγούστου. Αριστερά και δεξιά της επιμήκους αυλής ευρίσκονται τα ερείπια των κελιών και του παλαιού Καθολικού, εις την βόρειαν δε ερείπια παλαιών κελιών.  Ταύτα ήσαν εκτισμένα εις δυο επαλλήλους σειράς ή κατώτερα αποτελείται από διαμερίσματα θολωτά (κελιά, αποθήκας, διαδρόμους), η δε ανωτέρα από τετράπλευρα επίστεγα διαμερίσματα. Το τείχος φέρει και αυτό δυο σειράς ανοιγμάτων, εκ των οποίων τα κατώτερα είναι μικρά και εχρησίμευον ως πολεμίστραι , τα δε ανώτερα είναι μεγαλύτερα και ήσαν παράθυρα δωματίων (κελιών). Εις την ΝΑ γωνίαν του περιβόλου ευρίσκονται τα ερείπια του παλαιού καθολικού, ήτο ο παλαιός ναός της Παναγίας της Φανερωμένης. Ούτος είχε διαστάσεις 15χ6,30 μ. και σχήμα συνεπτυγμένης τρικλύτου βασιλικής. Τα πλάγια δηλ. κλίτη έχουν συγχωνευθή με τους εξωτερικούς τοίχους, εις τρεις ψευδείς αψίδας, ώστε να δίδεται η εντύπωσις τρικλίτου ναού. Αι αψίδες αυταί έφερον ασφαλώς τοιχογραφίας εις μιαν εξ αυτών, την ΝΔ, σώζονται ίχνη του χρώματος της αγιογραφήσεως.  Από το Ιερόν διατηρείται η κόγχη του διακονικού και τίποτε άλλο. Ότε προ 60 ετών επεσκέφθη την μονήν ο ιστιοδίφης Γ.Παπανδρέου, ο ναός διετηρείτο σχετικώς εις καλήν κατάστασην, ώστε να δυνηθεί ούτος να περιγράψει τας αγιογραφίας του εσωτερικού και να παράθεση την σωζόμενην  τότε κτιτορικήν επιγραφήν. Σήμερον όλα είναι ερείπια, πλην του τοίχου της νότιας πλευράς, όστις σώζεται κάπως, διότι στηρίζεται επί της κλιτύος του δρους.  Ο περίβολος της μονής και οι τοίχοι των κελιών έχουν κτισθή με ακατέργαστους λίθους της περιοχής και με ολίγην  χρήσιν κονιάματος. Εις τους θόλους των υπογείων κελιών και εις τα αψίδας τους  ναού εχρησιμοποιήθησαν πωρολίθοι. Ο περίβολος είναι κατά εκατόν περίπου έτη νεώτερος του ναού, εκτίσθη δε πιθανώς περί τα τέλη του ΙΖ αιώνος. Κατά παλαιάν, μη σωζόμενην σήμερον επιγραφήν, την οποίαν δημοσιοποιεί ο Γ. Παπανδρέου και Ν. Βέης, ο ναός εκτίσθη δια συνδρομής του μοναχού Τιμοθέου (Ηγουμένου) και Θεωνά κατά το έτος 1616. Αλλά όπως αποδεικνύεται από σχετικόν ένθυμημα του υπ’αριθόν 3 κωδικός της μονής Αγίων Θεοδώρων, η μονή αυτή υπήρχε κατά το έτος 1612-1613, διότι αναφέρεται εις ενθύμημα των ετών τούτων. Φαίνεται λοιπόν ότι το 1616 έγινεν ανακαίνισις η αγιογράφησις του ναού ή ίσως εκτίσθη εκ θεμελίων εις την θέσιν προυπάρχοντος ναού 3. Η Μονή αυτή ήκμαζεν επί τουρκοκρατίας, η δε και σήμετον λειτουργούσα Μονή Αγιών Θεοδώρων Αροανίας ήτο μετόχιον αυτής. Ο κατά το 1805 περιηγηθείς την Πελοπόννησον Άγγλος W.M.Leake επεσκέφθη και την εν λόγω μονήν και την χαρακτηρίζει κομψήν. Μετά την απελευθέρωσιν ήρχισεν η παρακμή της κατά την έκθεσιν της υπό του Καποδιστρίου συσταθείσης Εκκλησιατικής Επιτροπής, η μονή αυτή είχε τότε (1828) 3 – 4 μοναχούς και 30 περίπου στρέμματα αγρών. Η δηλωθείσα υπό των μοναχών περιουσία είναι ίσως ανακριβής ένεκα του φόβου της φορλογίας. Κατά την παράδοσιν, ην αναφέρει και ο Γ. Παπανδρέου η μονή αυτή είχεν αρκετά κτήματα (μετόχια) εις τα γύρω χωριά (Αλέσταινα, Σκούπι, Τσαρούχλι κτλ). Κατά την Επανάστασιν εχρησίμευσεν ως κέντρον τροφοδοσίας των διερχομένων αγωνιστών και ως καταφύγιον των κατοίκων κατά τας επιδρομάς του Ιμβραήμ.
   Η Μονή Φανρωμένης διελύθη το 1834 δια το ολιγάριθμον των μοναχών της, τη δε περιουσίας αυτής διεμοιράσθη εις ακτήμονας αγρότας. Εν τούτοις εξηκουλούθησεν επί τίνα έτη να φυτοζωή εμένεν εκεί άλλοτε ένας και άλλοτε δύο μοναχοί μέχρι τέλους του παρελθόντος αιώνος. Κατόπιν εγκαταλείφθειασα κατήντησεν εις ερείπια. Παραμένει όμως πάντοτε εις την συνείδησιν των κατοίκων της περιοχής ως ιερόν προσκύνημα και τόπος λατρείας του θείου.

Πηγές:
Γ. Παπανδρέου, Καλαβρυτινοί Επετηρίς, Αθήναι 1906, σελ 212-214
Ν.Βέη, Κατάλογος χειρογρ. Κωδικών της εν Αροανία Μονής των Αγίων Θεοδώρων
Ν. Βέη IA
Γ.Α.Κ. Φ. Θρησκείας 19, Μοναστηρικά
Βασ. Χ.Χαραλαμποπούλου : Ναοί και Μοναί Αροανίας 307, Αθήνα 1966

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου